Δεν είναι η ζωή πάντα φωτεινή. Όλοι κουβαλάνε τον δικό τους σταυρό, άλλοι πιο μικρό, άλλοι πιο μεγάλο και άλλοι ασήκωτο. Από νωρίς η ζωή με έμαθε να περπατάω μέσα στα σκοτάδια, κρατώντας πάντα ένα μικρό φως μέσα στην ψυχή μου. Πάντα στα δύσκολα έβαζα το χαμόγελο σαν μάσκα προστασίας και περπατούσα πάνω σε αγκάθια, τα όποια τα έκανα να μοιάζουν πούπουλα. Όλοι νόμιζαν ότι πατάω πάνω σε βαμβάκι και ποτέ δεν πονάω. Τι να πεις σε κάποιον και τι να εξηγήσεις, όταν αυτό που θέλουν να βλέπουν είναι να είσαι μίζερος και να σέρνεσαι στο πάτωμα; Είμαστε και αυτοί οι άνθρωποι που πνίγουμε τις κραυγές τις απόγνωσης, καταπίνουμε τον πόνο και γελάμε για να ξορκίσουμε το κακό. Είμαστε κι εμείς που δεν λυγίζουμε μπροστά στους άλλους, όχι από αδυναμία, το αντίθετο, από δύναμη, θέλουμε να δώσουμε δύναμη και σε άλλες ψυχές. Είμαστε κι εμείς που κλαίμε όταν η πόρτα κλείνει, για να ελαφρύνουμε την ψυχή μας χωρίς να μας βλέπει κανείς, ούτε καν οι δικοί μας άνθρωποι. Δεν είναι αδυναμία, ούτε ντροπή. Το κλάμα βοηθάει να μην το κρατάμε μέσα μας, δεν θέλουμε να το φορτώσουμε σε άλλους, θέλουμε να είμαστε μόνοι μας, εμείς και ο εαυτός μας, όταν τα δάκρυα θα πέφτουν καυτά στο κορμί μας, θέλουμε μόνο εμείς να βλέπουμε τις πληγές μας.
Η ζωή στα 35 μου χρόνια μου επιφύλασσέ το πιο δύσκολο σκοτάδι, μα με το φως της ψυχής είχα μάθει να περπατάω στα τυφλά, στο πιο βαθύ μαύρο. Εκεί το μόνο που ακολουθείς είναι η θέληση να βγεις στο φως, η θέληση να μην παραιτηθείς, ακόμα κι αν υπάρχουν μαχαίρια που ξύνουν κάθε σου πληγή, εσύ σηκώνεσαι και περπατάς με πίστη ότι τίποτα δεν έχει τελειώσει. Το να περπατάς μέσα στα σκοτάδια δεν σε κάνει να είσαι στο τέλος, είσαι στην αρχή του να βρεις την πραγματική ευτυχία, φτάνει να αντέξεις, να χαμογελάσεις και να πεις, έχω το φως μέσα μου.
Άνδρεα Αρβανιτίδου