Με σκότωσα, γιατί τον αγαπούσα! Όταν η λογική εξαφανίστηκε και στη θέση της μπήκε η παράνοια, εκεί η δεύτερη μου φύση είχε γίνει η απόλυτη θολούρα και ο εξευτελισμός. Ένας κόσμος κενός! Δεν ήξερα τι σημαίνει γελάω… Αυτή η καθημερινότητα είχε γίνει εθισμός! Να τσακωθώ, να χάσω τον έλεγχο με το κάθετι που έκανες και αργά το βράδυ η θέση μου κάτω από το ντουζ, νερό και δάκρυα ένα… Είπαμε τόσα λόγια, που ούτε εχθροί δεν θα έλεγαν! Μια μυρωδιά από μπαρούτι γύρω μου και θολά όλα σε κάθε βλέμμα, στο κενό της πόρτας που δεν ήξερα αν ήταν η τελευταία φορά που το γέλιο μπήκε στο σπίτι αυτό.
Πώς γίνεται να βρίζεις αυτόν που αγαπάς; Δεν τον αγαπάς απλά, έπεισα τον εαυτό μου και προχώρησα. Κάθε μέρα ξέπλενα τη ντροπή για τα λόγια που είχα πει και μια ασθένεια που έκρυβα από όλους και άλλη μία στη ψυχή που δεν με άφηνε να ζήσω… Θυμάμαι εκείνο το βράδυ που σε “σκότωσα”, άκουσα την φωνή σου να κάνει τόσο βρόγχο, που φοβήθηκα ότι από την ένταση θα σπάσει η καρδιά σου! Ακόμα και τότε αυτή με ένοιαζε και με μιας σε τελείωσα μέσα μου, κλείδωσα τα πάντα και για να δω πόσο λίγη ήμουν, πήγα να καλύψω την ανασφάλειά μου σε άλλο κρεβάτι.
Κοίτα τελικά που δεν έλεγες ψέματα, αλλά όλα ήταν ψεύτικα. Άλλο η ανάγκη και άλλο η αγάπη… Με τέτοιες φτηνές δικαιολογίες, ο καφές μου γινόταν πικρός, όπως τον έπινες εσύ. “Δεν σε αγαπάω πια!” έτσι σου είπα. “Δεν θέλω να σε ξαναδώ! Αφού δεν ήθελες εξ αρχής τίποτα, τώρα τι σε νοιάζει; Τι ασχολείσαι; Μόνο το σώμα έμεινε… Σε σκότωσα στα χρώματα. Σε σκότωσα στις μουσικές. Σε σκότωσα στις γεύσεις. Σε σκότωσα στην ελπίδα. Σε σκότωσα στο όνειρο…”.
Με σκότωσα, για να ζεις εκεί που δεν χώραγα εγώ! Και τώρα στο 1,75 μου, νεκρά κύτταρα και υποτονικοί παλμοί ζουν μέσα μου, για να μου θυμίζουν ότι η ευτυχία θέλει δύο και η ντροπή έναν! Δεν σε αγάπησα ποτέ! Κοίτα το μαχαίρι που σου κάρφωσα, είπα στον εαυτό μου, την ώρα που τα μάτια σου κοιτούσαν ό,τι σε αγάπησε…
Για τον G.S.
Κατερίνα Ηλέκτρα (Κ.Η.🖤)