Πολιτισμός, ε; Φυσικά και κυρίως και πάνω απ’ όλα, γιατί για μια αξιοπρέπεια ζούμε! “Ρε, δεν πας στο διάολο λέω εγώ κι ακόμα παραπέρα! Κι εσύ και ο πολιτισμός μου και ο δικός σου!” Ουπς! Τι φωνούλα ήταν αυτή; Από πού ακούστηκε; Από το σκοτεινό πηγάδι που έπεσες πριν κάνα δίωρο. Γιατί κατά βάθος αυτό ισχύει. Όχι πάντα και όχι σε όλα τα άκυρα που φάγαμε. Σε μια περίπτωση και μόνη όμως πάει γάντι και εξηγώ πάραυτα… Πάει γάντι σ’ αυτούς που μπήκαν όμορφα στο δρόμο μας, έβγαλαν φλας και μας έκαναν να σταματήσουμε με αλάρμ στα δεξιά χωρίς μαγκιές και φιγούρα και με τα λόγια στην αρχή και στη συνέχεια μας έκαναν να πούμε “ώπααα, εδώ είμαστε!”. Όχι, δεν είναι αυτοί που μας ήθελαν για ένα κρεβάτι (αυτοί είναι πολύ καλύτεροι και πιο ξεκάθαροι, αλήθεια το λέω, παρόλο που σε ιδιαίτερη εκτίμηση δεν τους έχω κι αυτούς!). Κλείνω την παρένθεση και επανέρχομαι. Πάει γάντι λοιπόν, σ’ αυτούς που σου ζεστάνανε την καρδούλα (καταραμένος μυς, υπερτιμημένος, αλλά τέλος πάντων!), καταλαγιάσανε την τρικυμία εν κρανίω που σε διακατείχε και σε έβαλαν στο τρυπάκι να πιστέψεις πως βρήκες αυτό που έψαχνες, γιατί κι αυτοί ήρθε η ώρα να βρουν έναν άνθρωπο να πορευτούν μαζί στο υπόλοιπο του βίου τους ή για όσο πάει (ε ναι, γιατί μπορεί και να μην πάει για πολύ, τα βλέπουμε κάθε μέρα!).
Ταιριάζει λοιπόν, σε αυτά τα ελεεινά τομάρια που δεν αντιλαμβάνονται πως το παραμυθάκι που πουλάνε πιάνει τόπο, όχι γιατί είσαι κορόιδο, αλλά γιατί εσύ όντως ψάχνεις κάποιον να ανεβείτε παρέα το βουνό. Κολλάει άψογα σε αυτά τα ανθρωπάρια που ελαφρά τη καρδία λένε “Ελπίζω να μη μου κρατάς κακία…” κι έρχομαι εδώ να θυμηθώ τον έρμο τον Τίμονα τον Μισάνθρωπο και τα χίλια δίκια του. Κάτσε ρε αχαρακτήριστε, άσε να κρατήσω κι εγώ κάτι! Κακία; Μπα, σε μας τους πολιτισμένους, τα αγαπημένα σας θυματάκια (μη βαυκαλίζεστε, δεν είμαστε! Καλοπροαίρετοι είμαστε και ελπίζουμε!), η κακία δεν λέει και πολλά. Δεν λέει τίποτα. Το ότι σας ευχόμαστε “καλή συνέχεια σε ό,τι κάνεις” στην ουσία του δεν είναι καν ευχή. Σαν να μη το είπαμε! Πέφτει αυλαία, σεντόνι, τίποτα, τέλος. Ξέρεις όμως τι μένει; Πικρία. Και αυτή είναι χειρότερη από την κακία, γιατί ενώ εσείς νομίζετε ότι “όλα καλά, εντάξει, δεν άνοιξε ρουθούνι, δεν πειράζει”, πίσω αφήνετε το έρεβος της κολάσεως στον άλλο να το διαχειριστεί.
Όταν με ένα ξερό “Δεν φταις, εγώ φταίω!” νομίζετε ότι απαλλάσσεστε και ότι ο άλλος θα το φάει έτσι αμάσητο, πλανάστε πλάνην οικτράν. Ο άλλος ψάχνεται για απαντήσεις, για τον απλούστατο λόγο ότι ήθελε να βρει την άκρη, να το παλέψει και ίσως να το σώσει. Και είναι αρκετά πιο άνθρωπος από εσάς ώστε να χαραμίζει έστω και ελάχιστα λεπτά για να αναλάβει το μέρος της ευθύνης που του αναλογεί, κοινώς να αυτομαστιγωθεί ακόμα και χωρίς να ξέρει γιατί. Να σας το πάω και παραπέρα; Αυτοί οι άλλοι είναι που γεμίζουν απογοήτευση και τελικά σηκώνουν ντουβάρια πάνω στα οποία εσείς βρίσκετε χώρο να κάνετε γκραφίτι με τσιτάτα “Οι άνθρωποι φοβούνται να αγαπήσουν!”, “Όλοι είναι ίδιοι!” και άλλα τέτοια και τους χρεώνετε τη δική σας έλλειψη.
Μπείτε σε μια ιστορία με την αλήθεια σας ρε, όποια κι αν είναι αυτή. Μπορώ να σε πάω βόλτα μέχρι το στενό κάτω απ’ το σπίτι σου και δεν σου τάζω ταξίδι στο Μπαλί, γιατί ως εκεί με παίρνει. Μπορώ να κάτσω μαζί σου σε έναν καναπέ να χαζεύουμε τον τοίχο, αλλά δεν σου τάζω αγαπησιάρικες στιγμές μπροστά στο τζάκι με ένα μπουκάλι Chianti και κρυστάλλινα ποτήρια, γιατί ως εκεί μπορώ. Μπορώ να πιώ μαζί σου έναν καφέ τα Χριστούγεννα το μεσημέρι, αλλά δεν θα σου τάξω δείπνο για δύο υπό το φως των κεριών σε piano-restaurant, γιατί τα Χριστούγεννα τρώω με τη μαμά μου και γουστάρω. Μπείτε σε μια ιστορία με τα θεματάκια σας. Φέρτε τα μαζί σας και γίνεται ανθρώπινοι, όχι θεϊκοί, γιατί κανείς από τους υπόλοιπους δεν το θέλει αυτό.
Φέρτε μαζί σας αυτό που θέλετε κι αυτό που μπορείτε, για να δει κι ο άλλος αν θέλει και μπορεί. Και στην τελική, φέρε το μισό σου, μισό μου πλασματάκι, να βάλω κι εγώ το μισό μου μπας και αντάμα γίνουμε λίγο ολόκληροι, λίγο ραγισμένοι, αλλά σε καμιά περίπτωση σπασμένοι. Μην αναγκάζετε τον άλλον να φερθεί πολιτισμένα! Τα φιλιά μου…
Despina Alice Paulson