Να ‘ταν μόνο ο φόβος άραγε, που έκανες ένα βήμα μακριά μου κάθε μέρα; Δεν μπορώ να φανταστώ τίποτε άλλο… Η αγκαλιά σου έλεγε “ναι” και το βλέμμα σου σκοτείνιαζε κάθε που προσπαθούσα να σε πλησιάσω. Ήρθες λαμπερός, χαρούμενος, με την βεβαιότητα ότι μαζί θα τα καταφέρουμε. Αλλά στην πορεία χανόταν η ελπίδα. Η θλίψη είχε γίνει μόνιμη. Με χρειαζόσουν για ν’ ακουμπάς πάνω μου και να γλείφεις τις πληγές σου.
Στην αρχή το πάλεψα. Να σε κινητοποιήσω, να σου δώσω κουράγιο. Δεν λειτούργησε όμως αυτός ο τρόπος. Σταμάτησα να παίζω το ρόλο της συμπαράστασης, θύμωσα. Θύμωσα πολύ, πρώτα με σένα που επέτρεπες στον εαυτό σου να λιμνάζει έτσι και μετά με μένα που το ανεχόμουν όλο αυτό. Θυματοποίησες το “εγώ” σου με το φόβο αγκαλιά και στο τέλος τι; Πολέμησέ το, αλλιώς θα σε κατατρώει, σου φώναζα. Αλλά εσύ είχες κλείσει αυτιά και μάτια. Στο καλό χαμένη αγάπη, δεν μπορώ να συνεχίσω άλλο έτσι…
Στέλλα Σωτήρκου