Ίσως να μην ήταν μόνο η εποχή με όλη την γραφικότητά της, η αιτία. Ίσως να ήταν τα δικά μου μάτια τα εφηβικά, που μέσα τους γιγαντωνόταν το καλοκαίρι μου.
Φορούσα τα δικά μου γυαλιά και κυκλοφορούσα ανέμελη. Με χρώμα, κοκάλινα, ν’ αστράφτουν. Η άμμος ήταν καθαρή. Τα studios, χαμόσπιτα. Η Χαλκιδική ξυπνούσε απ’ την αγροτική καθημερινότητά της κι άρχισε ν’ αγγίζει τον τουρισμό. Κι εμείς μετρούσαμε τα μπάνια και τα παγωτά μας.
Κι απλωνόμασταν στην πετσέτα πάνω κι αποχαιρετούσαμε τον ήλιο. Και τρέχαμε χωρίς “μη”. Στο καμένο δέρμα μας βάζαμε μόνο γιαούρτι και το βράδυ στην ντισκοτέκ άστραφταν τα δόντια μας στο πλήθος απ’ τα νέον φώτα.
Εφηβικοί έρωτες ήλθαν και προσπέρασαν. Φαντάσου να ερχόταν μια στιγμή και να γύριζα πίσω στο χρόνο, σε εκείνη την ακρογιαλιά τη νύχτα, που έπαιζε στο κασετόφωνο 2002 GR…
Της Στέλλας Σωτήρκου