Η σκέψη σου είναι εκείνη που χρωματίζει τα βράδια μου, αυτή που δίνει νόημα στη σιωπή μου. Όταν δεν είχα με τι να γεμίσω τις ώρες μου, εσένα σκεφτόμουνα. Όταν οι ώρες μου ήταν γεμάτες, μόνο εσένα σκεφτόμουν και πάλι. Αναπολούσα το δέρμα σου που είναι μαλακότερο του βουτύρου, την ανάσα σου που είναι πιο δροσερή και από νερό πηγής.
Σε χαρτάκια που δε σου έδωσα ποτέ, περιέγραφα το πόσο μεγάλη ήταν η αγάπη μου για εσένα. Διάβαζα το Άσμα Ασμάτων του Σολομώντα και σε σκεφτόμουν. Διάβαζα τις Επιστολές του Γιώργου Σεφέρη στην αγαπημένη του Μάρω και ταύτιζα την ψυχή μου με τα λόγια του “φοβάμαι μήπως συνηθίσω έτσι. Πάντα από μακριά να σε αγαπώ”.
Και όταν θλιβόμουν, εσένα σκεφτόμουν περισσότερο. Σκεφτόμουν πως ζεις, πως υπάρχεις, πως είσαι κοντά μου και δε σε βλέπω. Σκεφτόμουν πως με σκέφτεσαι και ας μη θέλεις να μου το δείξεις.
Η σκέψη σου είναι εκείνη που αλάφρυνε τη ζωή μου, τα μάτια σου εκείνα που κατευθύνουν τα βήματά μου. Και κάθε μέρα χαμογελούσα, επειδή πίστευα πως θα σε ξαναδώ.
Η σκέψη σου, εκείνη που υπάρχει μέσα μου, εκείνη που ρέει περισσότερο από το αίμα μου. Κανείς δεν πρόκειται να σε αγαπήσει περισσότερο…
Της Μαρίας Σκαμπαρδώνη