Πέρασα πολλά βράδια αϋπνίας, ν’ αναρωτιέμαι γιατί με πλήγωσαν, γιατί με πόνεσαν, γιατί μ’ εκμεταλλεύτηκαν. Ξόδεψα πολλά βράδια να προσπαθώ να λύσω όλα τα “γιατί”, να βρω μια λογική εξήγηση, να μου χρεώσω τα δικά μου λάθη. Ξόδεψα πολλές στιγμές να ψάχνω και να αναζητώ, να υπολογίζω και ν’ αναρωτιέμαι. Δικές μου στιγμές, πολύτιμες, που τις ευτέλισα, τις υποτίμησα, χαρίζοντάς τες σε ανούσιες, αναπάντητες σκέψεις. Γιατί να μην είναι εύκολες οι σχέσεις; Γιατί να μην είναι ειλικρινείς οι άνθρωποι; Γιατί να προσπαθούν να σε μειώσουν, να σε θίξουν, να σε προσβάλλουν;
Γιατί πρέπει να γίνω κι εγώ το “μεγάλο ψάρι” για να μην με κατασπαράξουν; Γιατί να πρέπει να τσαλακώσω την δική μου ψυχή, για να χωράει στα στενά, σκοτεινά συρτάρια των ψυχών των άλλων; Γιατί πρέπει να ντυθώ πιστό αντίγραφο των κακών λύκων, για να με προστατεύσω; Μέσα σ’ έναν αδιάκοπο κυκεώνα με αμέτρητα “γιατί” να βασανίζουν την ύπαρξή μου, σ’ έναν οχετό λαθών, ψεμάτων και κακίας που κόντευε να με πνίξει, ήρθε η ώρα, η δική μου ώρα που ούρλιαξα “Φτάνει!”.
Ήταν η στιγμή που του πείσμωσα αυτού του κόσμου. Η στιγμή που με θύμωσαν οι ψεύτικες φωνές και τα θολά χρώματα. Η στιγμή που αηδίασα την ασχήμια που μου σέρβιραν για παράδεισο. Η στιγμή που κατάλαβα την σημασία των στιγμών και πως δεν πρέπει να τις ξοδεύεις αλόγιστα για ανθρώπους που δεν αξίζουν. Η στιγμή που κατάλαβα, πως σημαντικό είναι να αγαπάς εσύ εσένα κι όχι να ζητιανεύεις την αγάπη αυτή από άλλους. Η στιγμή που του πείσμωσα αυτού του κόσμου κι αποφάσισα πως δεν θα είμαι το θύμα, αλλά και το ότι δεν θα μεταμορφωθώ σε θύτη για να του μοιάζω. Η στιγμή που αποφάσισα πως εγώ, είμαι εγώ και αυτό θα το προστατεύσω από κάθε κίνδυνο κι ας με πουν εγωίστρια…
Σκληρός ο κόσμος, αλλά δεν πρόκειται ν’ αλλάξω για να του μοιάσω κι ας μην μου ταιριάζει. Δεν πρόκειται να γίνω εγώ κάτι άλλο, για να σώσω την καρδιά μου απ’ τα αιμοσταγή θηρία που τριγυρνούν εδώ γύρω. Δεν πρόκειται να γίνω σαν τα μούτρα αυτών που φτύνω από αηδία για την υποκρισία, την κακία και την απληστία τους. Θα μείνω εγώ, μ’ όλα τα λάθη και τα στραβά μου κι αν δεν μου ταιριάζει αυτός ο κόσμος, θα φτιάξω με τα δικά μου χρώματα, δικά μου μονοπάτια και πάνω σ’ αυτά θα περπατήσω. Θα μείνω η ίδια, ατελής κι ατόφια, σε πείσμα αυτού του κόσμου…
Κική Γιοβανοπούλου